Monday, May 27, 2013

Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη

τοποθέτηση No Mans Land στη εκήλωση της Ελευθεριακής πρωτοβουλίας θεσσαλονίκης 

Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη, το φάντασμα της κοινωνικής επανάστασης. Είναι ο καπνός από τη φωτιά της αραβικής εξέγερσης που κάνει όλους τους βασιλιάδες της γηραιάς ηπείρου να τρέμουν.  Γιατί κατά βάθος γνωρίζουν πως η κρίση τους δεν είναι διαχωρίσιμη, πως το χάσμα μεταξύ των αφεντάδων και των δούλων ποτέ δεν ήταν μεγαλύτερο, πως οι επιλογές τους είναι πια μετρημένες.


Η κυνική δήλωση των αξιωματούχων στις Βρυξέλες όπως και της Διευθύντρια τους ΔΝΤ πως οι οικονομικές συνθήκες της παγκόσμιας κρίσης προαναγγέλλουν την επιστροφή του πολέμου αποδεικνύουν πως θα προτιμήσουν το μαζικό αφανισμό της εργατικής τάξης παρά τη συντριβή του συστήματος εκμετάλλευσης που τους θρέφει.

Ο πόλεμος που προετοιμάζουν έχει ξεκινήσει. Είναι ο πόλεμος για τον αφανισμό όσον δεν έχουν τίποτα να χάσουνε πέρα από τις αλυσίδες τους. Η οικονομική κούρσα των κρατών δεν είναι παρά τα προεόρτια ενός παγκόσμιου πολέμου που βιώνουμε ήδη στο πετσί μας. 

Η οριακότητα της σημερινής κρίσης υπερσυσόρευσης έχει φτάσει σε τέτοια επίπεδο που είναι τυπικά αδύνατη η συνέχιση της κερδοφορίας χωρίς καταστροφή μέρους του κεφαλαίου και το μαζικό αφανισμό μεγάλου τμήματος των εργατών. Γιατί η κύρια λειτουργία της σύγχρονης καπιταλιστικής μηχανής δεν είναι τίποτε άλλο από τη μαζική παραγωγή καταστροφής - και αυτός είναι ο μόνος δρόμος που τους έχει απομείνει για να επιβιώσουν.


Στην Ελλάδα, τρία και πλέον χρόνια από την τυπική πτώχευση του κράτους και τη συνακόλουθη πρόσδεση της πολιτικής και οικονομική τους ελίτ σε διεθνή εποπτεία, σε πολιτικό επίπεδο το δίπολο μνημόνιο – αντιμνημόνιο κυριαρχεί. Είναι η έκφραση ενός πλαστού διχασμού για τους όρους διαχείρισης της κρίσης χωρίς άρση της εκμετάλλευσης. Η τεχνίτη πολιτική πόλωση αποτελεί κεντρική διαχειριστική επιλογή του αστικού κατεστημένου για να συγκαλίψει πως πίσω από τα διαφορετικά προγράμματα υπάρχει ουσιαστική ταύτιση.

Γιατί οι δήθεν εναλλακτικές πολιτικές διαχείρισης της κρίσης [μέσα ή έξω από το Ευρώ, με ρίξη ή όχι με την ΕΕ – λες και αυτό είναι το ουσιώδες] προτείνουν ένα στρατηγικό δρόμο διάσωσης του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής αναδομώντας τον πολιτικό και κοινωνικό καταμερισμό προς όφελος ενός κεντροποιημένου και μονοπωλιακού συστήματος ελέγχου. Το εάν αυτή η ενοποίηση αφορά ειδικά το ελληνικό κράτος ή μια ευρύτερη συμμαχία κρατών είτε την ίδια τη Ευρωζώνη – διαμάχη που αποτελεί ουσιαστικά τον πύρινα την πολιτικής πόλωση μεταξύ των διαφόρων αστικών πολιτικών – ελάχιστη σημασία έχει για ουσία της λύσης που προτείνουν.

Για να το πούμε ξεκάθαρα: το σύνολο των αστικών δυνάμεων μηνομιακών και αντιμνημονιακών προτείνουν την πολιτική διαχείρισης της κρίσης αναβαθμίζοντας το ρόλο ενός κεντρικού γραφειοκρατικού κρατικού ή υπερ-κρατικού μηχανισμού που θα διευθύνει κεντρικά την παραγωγή με στρατιωτικό τρόπο. 

Αυτό ο δομικός ολοκληρωτισμός που εμφανίζεται σε όλα τα προγράμματα [ακόμα και στα κατ όνομα αντικαπιταλιστικά ή αντιμονοπολιακά] αποτελεί τη μοναδική ελπίδα του συστήματος εκμετάλλευσης να συνεχίσει να υπάρχει.

Κανένας από τους υπερασπιστές των «εναλλακτικών» λύσεων που φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια δεν μπορεί  να αναμετρηθεί ουσιαστικά στο βάρος του ερωτήματος: πως μπορεί μια λύσει που δεν αίρει τη σχέση εκμετάλλευσης μέσα στον τρόπο παραγωγής , άρα και την συνέχιση απόσπασης υπεραξίας από την ανθρώπινη εργασία, να μην εντείνει τη κρίση υπερσυσσώρευσης ;

Αυτό το στοιχειώδες μάθημα της καπιταλιστικής οικονομίας το γνωρίζουν άπαντες  για αυτό και καμουφλάρουν  την κρίση ως «κρίση του νεοφιλελευθερισμού», του «καζινο-καπιταλισμού», της πολιτικής «Μέρκελ» και διάφορα άλλα φαιδρά. Άλλα λόγια να αγαπιόμαστε δηλαδή αν και δεν έχουμε χρόνο για τέτοιες αγάπες.


Η στρατηγική ενσωμάτωσης της «φυσικής» αντίδρασης της κοινωνίας έχει φαινομενικά δύο αντίθετους πυλώνες: το φασισμό και τη σοσιαλδημοκρατίας. Όμως, σήμερα οι «από τα κάτω» δεν δικαιούμαστε να κάνουμε για δεύτερη φορά το ίδιο λάθος. Η ιστορία της δεκαετία του 30 – αν και πολλοί προσπαθούν σήμερα να την γράψουν εντελώς ανάποδα – δίδαξε πως ο ίδιος ο φασισμός γεννήθηκε από τη σοσιαλδημοκρατία. Πως η επιλογή της να συνταχθεί με τις καπιταλιστικές ελιτ στις απαρχές του πρώτου παγκοσμίου πολέμου προδίδοντας το διεθνιστικό καθήκον της εργατική τάξης ήταν μια προδοσία χωρίς πάτο. Ένας δρόμος που συνεχίστηκε από τις κυβερνήσεις των σοσιαλδημοκρατών που κατέστειλαν την εργατική εξέγερση για να σώσουν τη αστική τάξη, που επικαλέστηκαν την κατάσταση εξαίρεσης για να διαλύσουν όλες τις κατακτήσεις και εν τέλει – αυτοί πρώτοι στην ιστορία της Ευρώπης – να κτίσουν στρατόπεδα συγκέντρωσης για μετανάστες πολωνούς και εβραίους. 

Αυτό που προτείνει η αριστερή σοσιαλδημοκρατία του τσίπρα με αυτό που προτείνει ο μηχαλολιάκος σε επίπεδο παραγωγής είναι ταυτόσημο παρά τις κολοσσιαίες διαφορές που θα έχει για τη ζωή όλων μας η επικράτηση της μίας ή της άλλης επιλογής. Πριν όμως στρατευτούμε στο πλευρό της σοσιαλδημοκρατίας, πριν δώσουμε ακόμα και τη ζωή μας για το πολιτικό της σχέδιο θα πρέπει να αναρωτηθούμε ποιοι είναι οι ουσιαστικοί στόχοι του καπιταλισμού που κάνουν την σοσιαλδημοκρατία θελκτική λύση στα μάτια της αστικής τάξης. 

Είναι ακριβώς μια βιώσιμη άλλα βραχύβια λύση που τους προσφέρει στο κρίσιμο σημείο. Μια λύση αφάνταστα ουσιαστικότερη σε πολιτικό επίπεδο αφού μπορεί να ενσωματώσει ριζοσπαστικές δυνάμεις σε αδιέξοδες κυβερνητικές επιλογές. 

Τα οικονομικά προγράμματα είναι ταυτόσημα γιατί προτείνουν εντυπωσιακά ταυτόσημες λύσεις για την υπέρβαση της οικονομικής κρίσης. Επίκληση στο ισχυρό πατριωτικό – οικονομικό συμφέρον με ταυτόχρονη ανασυγκρότηση της παραγωγής από τα πάνω , με επιτελικό σχεδιασμό. Στροφή προς την πρωτογενή και δευτερογενή παραγωγή. Κρατικοποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Δημόσια έργα και υποτίμηση του νομίσματος, άρτο και θεάματα.  

Η ίδια η ελληνική ιστορία αποδεικνύει πως η κυρίαρχη τάξη – πολλές φορές κινούμενη από το μη συνειδητό ένστικτο αυτοσυντήρησης της – δημιουργεί τεχνητά δίπολα τα οποία το ριζοσπαστικό κίνημα απαντώντας ενσωματώνεται και διαλύεται. Ας μην ξεχνάμε πως το περίφημο βενιζελικοί – αντιβενιζελικοί διέλυσε αρχικά το πρώιμο αναρχικό κίνημα στην Ελλάδα [το οποίο ταυτίστηκε με τους αντιβενιζελικούς γιατί ήταν δήθεν κατά του πολέμου] και στην συνέχεια οδήγησε το κομουνιστικό κίνημα να χάσει την ουσιαστικότερη ευκαιρία κοινωνική επανάστασης μετά την καταστροφή του 22. 

Οι δημοκρατικές ελευθερίες που υπόσχεται η σοσιαλδημοκρατικής διαχείριση είναι το τυρί στην φάκα του αστικού συστήματος. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το συνειδησιακό βάρος της ψήφου είναι αυτό που στοχεύουν περισσότερο από την ίδια την ψήφο.

Κοινωνικό

Οι περιπλοκότητα των οικονομικών μεγεθών με τους αόριστους δείκτες δημιούργησε σύγχυση στην κοινωνία που για χρόνια πίστεψε τις υπόσχεσης τους. Όμως τα αποτελέσματα τις πραγματικής κρίσης οδηγούν σήμερα ακόμα και τους ευρωπαίους στην συνειδητοποίηση μιας πραγματικότητα που για εκατομμύρια άλλους κατοίκους του πλανήτη ήταν γνωστή εδώ και χρόνια: πως η κολοσσιαία καπιταλιστική μηχανή αδυνατεί να αναπαράγει τον πλούτο της και έτσι οδηγεί τη μεγάλη πλειοψηφία της εργατικής τάξης στη φτώχια και στην εξαθλίωσης

Η συνειδητοποίηση οδηγεί στην οργή αλλά επειδή έχουν φροντίσει να διαλύσουν κάθε θεσμό της κοινωνίας η οργή αυτή δεν μπορεί ακόμα να κινηθεί αποφασιστικά ενάντια στους υπευθύνους.

Η οργή ξυπνάει τα τέρατα της ιστορίας. Η αστικές οπτικές του πλήθους συναντούν την τυφλή εξατομίκευση. Η ιστορία των 3 χρόνων της ελληνικής κρίσης μας αποκαλύπτει πως η κοινωνία απεχθάνεται το κενό. Πράγμα που διοχετεύει την οργή στο φασισμό ή στην ανάθεση. 

Η απελπισμένη ορμή της λαϊκής θέλησης βρίσκει καταφύγιο στην ακτιβιστική στρατηγική του μηχαλολίακου που σαν εικόνα ταύτησης  παίζει το ρόλο της πατριαρχική φιγούρας του παιδονόμου της κοινωνίας. Ο διακαής πόθος για τους «μεγάλους ηγέτες» που δήθεν «λείπουν από την σημερινή σκηνή» - πόθος που υπάρχει έντονα και στην αριστερά – αποκαλύπτει την πραγματική ροπή μεγάλου μέρους της κοινωνικής αγανάκτησης πως αυταρχικές λύσεις. Γιατί οι «μεγάλοι» ηγέτες σε αντιδιαστολή με τους πολιτικούς νάνους της σύγχρονης εποχής δεν είναι τίποτε άλλο από το αίτημα να αποκτήσει μια πολιτική/κομματική ελιτ το μονοπώλιο της εξουσίας και άρα πάνω στην ίδια μας τη ζωή. 

Βρισκόμαστε λοιπόν ένα χρόνο σχεδόν μετά την διπλή εκλογική αναμέτρηση, μιας εκλογικής αναμέτρησης που ανακάτεψε για τα καλά την τράπουλα στο παιχνίδι της πολίτικης και σήμανε το ουσιαστικά το κλείσιμο ενός πολύμορφου αγώνα των από τα κάτω με τελική προσπάθεια την διαδήλωση της 12 Φλεβάρη.

Για την διαχείριση της κρίσης λοιπόν επιλέχτηκε η δεξιά με κολαούζο δύο κόμματα “ευθύνης” του κέντρου για να σωθεί το κατάλληλο σε μια αστική δημοκρατία που φαντάζει εντελώς γυμνή.

Πλέον δεν υπάρχει προσπάθεια απόσπασης συναίνεσης, αλλά διαδικασία ολοκληρωτικής ταύτισης με το κεφάλαιο. Με το κράτος να αναλαμβάνει την δημιουργία κολοσσιαίας κατασταλτικής επέμβασης. 

Η πολιτική εξουσία οδηγείται στη δημιουργία ενός σχεδίου εξασφάλισης του νέου πεδίου συναίνεσης. 

Η έννοια της νομιμότητας καλύπτει θεωρητικά με ένα απλό σχήμα την κατασταλτική διαδικασία ενάντια στο σύνολο των δραστηριοτήτων του ανταγωνιστικού λαϊκού κινήματος. Η επίκληση στη νομιμότατης δεν είναι πάρα η προφανής προσπάθεια της κυριαρχίας να εγγράψει κάθε μορφή παραγωγής πολιτικής στο νομικό οπλοστάσιο που η ίδια έχει διαμορφώσει, να αποδώσει δηλαδή στον εαυτό της και μόνο την δυνατότητα να ορίζει το νόμο, καθώς και να επανακτήσει το μονομερές δικαίωμα της στη βία. Αυτό που θέλει να θάψει μια και για πάντα είναι η δυνατότητα μιας άλλης, αυτόνομης θέσπισης δικαίου: τη δυνατότητα επαναστατικής αλλαγής. 

Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η δυνατότητα πολιτικής ανυπακοής ήταν πάντα το θεμέλιο ακόμα και αυτού του αστικού κράτους και η σημερινή ποινικοποίηση κάθε τέτοιας δυνατότητας η μεγαλύτερη απόδειξη για την ολοκληρωτική αναδιαμόρφωσή του. 

Το δεξιό και αριστερό σύστημα εξουσίας πολιτεύεται με νόμους για να συγκαλύψει τη βία που ασκεί πάνω την κοινωνία. Είναι η βία του ίδιου του νόμου που παράγει την ανομία και ποτέ το αντίστροφο. Ο νόμος, ως έχει, αποτελεί ιδεολόγημα της κυρίαρχης τάξης, μια δήθεν επιστημονική έκφραση της ελευθερίας και της ισότητας, που υπάρχει ακριβώς για να θεμελιώνει την ανελευθερία και να διαιωνίζει την ανισότητα.

Και κάπου εδώ ξεκινάει η εξόντωση μέσω του αποκλεισμού, μια εξόντωση που δεν έρχεται να πατήσει πάνω σε κάποιο καπρίτσιο κάποιου τρελού ηγετίσκου - όπως πολλοί θέλουν να μας πείσουν, αλλά στα απτά συμφέροντα του αστικού μπλοκ, στην ίδια την επιβίωση του καπιταλιστικού τρόπου αναπαραγωγής. 

Τι στιγμή που ο σύγχρονος καπιταλισμός έχει αφαιρέσει κάθε κοινωνικό χαρακτήρα της πολιτικής, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ μαζί με τα τεχνοκρατικά τσιράκια τους βρίσκουν την ευκαιρία να παρουσιάζουν την πολιτική ως επέκταση οικονομοτεχνικών αναλύσεων. Στόχος τους είναι να περάσει κάθε πολιτική απόφαση στα χέρια τους, μακριά από κάθε κοινωνικό έλεγχο .

Η ικανότητα να διοχετεύονται οι κρίσεις σε περιφερικά μέτωπα έδωσε τις προηγούμενες δεκαετίας την ψευδαίσθηση στις δυτικές κοινωνίες πως δεν θα ζήσουν ξανά πόλεμο στο έδαφός τους. Όμως για την Ευρώπη είναι σαφές πως το οικονομικό εποικοδόμημα της κοινής αγοράς επιχειρεί ιδεολογικά να προσδέσει τους λαούς στον ευρωπαϊκό εθνικισμό. Οι όποιο τοπικοί εθνικισμοί λειτουργούν ως ασπίδα των ευρωπαϊκών ελίτ απέναντι στην λαϊκή εξέγερση και σας χρυσή εφεδρεία αν οι σχεδιασμοί της αποτύχουν. Οι ΕΕ που τιμήθηκε με το Νόμπελ ειρήνης πριν από λίγους μήνες προετοιμάζεται όπως και όλα τα κράτη του κόσμο για την τελική αναμέτρηση. 

Στις συγκεκριμένες συνθήκες για εμάς καμία πολιτική διαχείρισης της κρίσης δεν είναι ικανή να σώσει τον καπιταλισμό από την κρίση χωρίς προσφύγει στον ολοκληρωτισμό και στο πόλεμο. Τίθεται για όλους μας λοιπόν το αποφασιστικό δίλημμα: ολοκληρωτισμός – πόλεμος ή κοινωνική επανάσταση. 

αν θέλουμε λοιπών να αρνηθούμε τον όλεθρο. Αν θέλουμε να ζήσουμε σε ένα μέλλον με αξιοπρέπεια, χωρίς πόλεμο και εξαθλίωση, είμαστε αναγκασμένοι να διεξάγουμε έναν πόλεμο διμέτωπο. Εναντία στο καπιταλισμό και τη σύγχρονη πανοπλία του, το φασισμό.

Και αν οι εργάτες του Σπάρτακου μας δίδαξαν πιο είναι το χρέος της εργατικής τάξης μπροστά στον καπιταλιστικό πόλεμο – η δυναμική του άρνηση και η μετατροπή του σε επανάσταση – οι εργάτες της Ισπανίας με απέδειξαν πως το τσάκισμα του φασισμού πρέπει να γίνει παράλληλα με την οικοδόμηση μια νέας κοινωνίας μέσα στα συντρίμμια της παλιάς. Μια κοινωνίας αξιοπρέπειας, ελευθερίας, αλληλεγγύης. 


Με άλλα λόγια, το αποφασιστικό ζήτημα για εμάς σήμερα δεν είναι να δικαιώσουμε μια πολιτική της ταυτότητας, να περιχαρακωθούμε ιδεολογικά απέναντι στη δημοκρατία, αλλά να επαναφέρουμε μέσα στις διεργασίες του ανταγωνιστικού κινήματος αλλά και στην κεντρική πολιτική σκηνή το δίλημμα: μεταρρύθμιση ή επανάσταση

Αυτή η δουλειά απαιτεί μια μακρά και κοπιαστική διαδικασία. Απαιτείται αρχικά να γίνει σε επίπεδο ανάλυσης σαφές πως τα αστικά προγράμματα διαχείρισης της κρίσης εκτός του ότι έχουν περισσότερα κοινά παρά διαφορές δεν οδηγούν στην υπέρβαση του συστήματος εκμετάλλευσης αλλά στο ουσιαστικό βάθεμα της κρίσης.

Σε επίπεδο οργανωτικό και πολιτικό  – εδώ έρχεται η ουσιαστική κουβέντα σήμερα – απαιτεί την οργανωτική και πολιτική συγκρότηση ενός αδιαμόρφωτου πολιτικού ρεύματος. Όχι στενά του αναρχικού αλλά γενικότερα όσων απαντούν με σαφήνεια – χωρίς όρους και προϋποθέσεις, στάδια κ.τ.λ – στο δίλλημα μεταρρύθμιση η επανάσταση απαντώντας το δεύτερο.

Μπορεί το σημερινό πολιτικό περιβάλλον να φαντάζει άνυδρο για τη διαμόρφωση του πολιτικού επαναστατικού ρεύματος αλλά ας μην έχουμε αμφιβολίες πως όσο η κρίση βαθαίνει όλο και περισσότερα τμήματα της κοινωνίας – όχι απαραίτητα οι πολιτικές δυνάμεις – θα στρατεύονται στη μόνη υπαρκτή απάντηση: την κοινωνική επανάσταση.

Ο δρόμος απαιτεί την οργάνωση του αναρχικού ρεύματος σε ένα πολιτικό πρόγραμμα. όχι γενικά και αόριστα των αναρχικών αλλά ειδικά και συγκεκριμένα όσων πολιτικά συμφωνούν με 
κρισιμότητα της καπιταλιστικής κρίσης σε κοινωνικό επίπεδο και κινούνται στην κατεύθυνση άμεσης δράσης σε όλους τους κοινωνικούς χώρους που διεξάγεται αυτή η αναμέτρηση
Αποδέχονται την αντικρατική (εκτός και ενάντια στους αστικούς θεσμούς) και αντικαπιταλιστική πολιτική στόχευση και αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα διατύπωσης ενός συνολικού πολιτικού σχεδίου – προγράμματος προς αυτή την κατεύθυνση
Αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα συγκρότησης μιας αμεσοδημοκρατικής και αντιεραρχικής πολιτικής οργανωτικής δομής σε πανελλαδικό επίπεδο


Αυτή η οργανωτική και πολιτική πρόταση θα πρέπει να αφήσει οριστικά πίσω της όσα δεν τις επέτρεπαν για σχεδόν 4 δεκαετίες να υπάρχει ως τέτοια. Μια τέτοια διαδικασία – για να είναι επιτυχημένη – και όχι θνησιγενής θα πρέπει να τολμήσει την υπέρβαση γνωρίζοντας από την αρχή ότι μπαίνει σε αχαρτογράφητα νερά και επικίνδυνους δρόμους. Γνωρίζοντας ότι μπορεί να αποτύχει.

Όμως σύντροφοι, αρνούμαστε να πέσουμε χωρίς να δώσουμε τη μάχη. Αρνούμαστε να αποδεχτούμε το συνεχές σταμάτημα ενός αποφασιστικού και απολύτους αναγκαίου βήματος όχι μόνο για τις ελευθεριακές ιδέες αλλά και για το σύνολο της επαναστατικής προοπτικής επειδή μπορεί να δημιουργήσουμε αντιπάθειες ή να κάνουμε λάθη. 

Πιστεύουμε ότι πρέπει να αφήσουμε πίσω μας το σύνολο των απολιτικών, αναδημιουργικών και απολύτως ξένων με την αναρχική παράδοση ιδεολογημάτων που για χρόνια συνέβαλαν στην δημιουργία του λεγόμενου αντιεξουσιαστικού χυλού και που διαμόρφωσαν μη-πολιτικές δομές χωνευτήρια για απίθανες ιδεοληψίες καθαρά αστικής προέλευσης. Ιδεοληψίες που από τη μια θεωρούσαν εξουσιαστικό π.χ. μια πορεία να έχει «ντουντουκα» και από την άλλη αποδέχονταν ανθρώπους που εκμεταλλεύονταν ανθρώπινη εργασία ως συντρόφους. 

Θα το πούμε ξεκάθαρα: η διαμόρφωση μιας πολιτική πρότασης που θα κινηθεί στρατηγικά ενάντια στο κράτος και το κεφάλαιο απαιτεί το οριστικό ξεπέρασμα των ιδεολογημάτων που όλοι ίσως – σε μικρότερο ή μεγαλύτερο επίπεδο – κουβαλάμε αφού διαμορφωθήκαμε στο αναρχικό κοινωνικό ρεύμα.

Σε πολιτικό λοιπόν επίπεδο απαιτείται η άρθρωση ενός συνολικού πολιτικού σχεδίου που θα απαντά σε αμεσότητα στις ανάγκες της σημερινής κρίσης. Θα δίνει συγκεκριμένες απαντήσεις στα κενά που διαμορφώνει η αστική συναίνεση και θα δημιουργεί ρίξεις εκεί που η αστική διαχείριση αποτυγχάνει. Θα πρέπει για παράδειγμα να οργανώσει δομές κοινωνικής αλληλεγγύης όπως: ταμεία στήριξης ανέργων, πρωτοβουλίες κατάληψης στέγης μεταναστών, οργανωμένες πολιτοφυλακές απέναντι στην αστυνομία, τους φασίστες, τους ναρκοεμπόρους, τους λαθρεμπόρους ανθρώπων, τους νονούς κ.τ.λ. 

Η αναρχική οργάνωση δεν θα πρέπει να εγκολπώσει ούτε τη λογική του ηρωισμού ούτε και τη λογική της ήττας που για χρόνια έχει στιγματίσει τον αναρχικό χώρο. Δεν θα πρέπει να εκλονιστεί στην αδιέξοδη ενασχόληση με ένα δύο ζητήματα μένοντας για μια ακόμα φορά μακριά από ένα συνολικό πολιτικό όραμα αναμόρφωσης της κοινωνάς. Δεν θα πρέπει να παρασυρθεί – και αυτή – στην ευκαιριακή συμμετοχή στους αγώνες εδώ και εκεί αλλά με συνέπεια και στρατηγική να δουλεύει σε όλα τα πεδία που διεξάγεται ο κοινωνικός ανταγωνισμός προετοιμάζοντας τους αγώνες.

Η αναρχική οργάνωση θα πρέπει να επιδιώκει την δυναμική αντίσταση με τη δημιουργία πολιτικών κινηματικών γεγονότων σε πανελλαδικό επίπεδο. Να αποτελεί μια συνεχή και υπολογίσιμη – αλλά όχι προβλέψιμη – κοινωνική ομάδα αντίστασης στα σχέδια της εξουσίας (σας παράδειγμα θα αναφέρουμε πως η ύπαρξη μια τέτοια οργάνωσης με ουσιαστικό σχέδια θα απέτρεπε τη δημιουργία στρατοπέδων συγκέντρωσης μεταναστών πριν από ένα χρόνο)

Η οργάνωση θα πρέπει να επιδιώκει τη πανελλαδική της ανάπτυξη – δικτύωση , με στρατηγική και σχέδιο ανάπτυξης και όχι απλά με ανοιχτά καλέσματα.

Η οργάνωση θα πρέπει να επιδιώκει την συνεχή και καταλυτική της παρουσία σε όλους του χώρους που διεξάγεται ο κοινωνικός ανταγωνισμός – με έμφαση στις ποιο έντονες αντιθέσεις – την ανάπτυξη του λόγου και τις πρακτικής της σους μετανάστες, στις λαϊκές συνελεύσεις στα ταξικά σωματεία βάσεις, σε σχολεία και σε όλα τα πανεπιστήμια και τει της χώρας. 

Το κάθε μέλος της οργάνωσης θα πρέπει να δραστηριοποιείται στον κοινωνικό του χώρο. Να συμμετέχει ή ακόμα και να δημιουργεί αντι-θεσμούς που θα κάνουν από μικρά έως και μεγάλα βήματα χειραφέτησης. 

Η οργάνωση δεν θα πρέπει να είναι κάτω από αυτούς τους θεσμούς του ζωντανού κινήματος αλλά ο χώρος που βρίσκονται και συζητούν, αλληλοστηρίζονται και εμψυχώνονται άνθρωποι που συμμερίζονται ιδέες και οράματα. 


Η οργάνωση λοιπών θα πρέπει να συμπυκνώνει την στρατηγική της σε ένα πολιτικό πρόγραμμα. 

Ένα τέτοιο πρόγραμμα θα πρέπει να αποτελεί την θεωρητική καταγραφή μιας επαναστατική πρακτικής. Από αυτή την πρακτική εκπορεύεται, την εμπειρία της συμπυκνώνει, τις μελλοντικές πράξεις της ορίζει και νοηματοδοτεί. Κάθε πρόγραμμα που θέλει να λέγεται επαναστατικό οφείλει να είναι σε συνεχή ανατροφοδότηση με την πράξη. 

Ένα τέτοιο πρόγραμμα θα πρέπει να έρχεται σε πλήρη αντίθεση με κάθε θεσμό διαχωρισμένης εξουσίας. Σε κάθε ιεραρχική κατασκευή που αποφασίζει στο όνομα της κοινότητας χωρίς την πλήρη δυνατότητα ελέγχουν και απόφασης από το σύνολο του πολιτικού σώματος. Σημαίνει, με άλλα λόγια, την εκτός και ενάντια στρατηγική σε σχέση με τους αστικούς θεσμούς διαχείρισης, τη δημιουργία νέων θεσμών πάλης μέσα σε όσους εμπεριέχουν τα χαρακτηριστικά μιας άλλης πολιτικής θέσμισης. Σημαίνει την ξεκάθαρη αντικοινοβουλευτική στρατηγική, την αντιπαραβολή της άμεσης δημοκρατίας ως λειτουργικού όρου συγκρότησης και της κοινότητας ως καθοριστικού πολιτικού σώματος τόσο για την πάλη ενάντια στο κράτος όσο και ως βάση μιας ολοποιητικής αναθέσμισης της κοινωνίας.

Ένα τέτοιο πρόγραμμα θα πρέπει να εκπορεύεται από την ξεκάθαρη και συνολική απόρριψη της αγοράς ως θεσμού της κοινωνικής θέσμισης και φορέα του κοινωνικού νοήματος. Την απόρριψη του εμπορεύματος ως φορέας αξίας των υλικών αγαθών και της δημιουργίας. Την απόρριψη της ίδιας της καπιταλιστικής οικονομίας και κάθε εναλλακτικής οικονομίας ως φορέας διαχείρισης της κοινωνικής ζωής. Να επιδιώκει την ξεκάθαρα προγραμματική και οργανωτική αντίθεση στο κεφάλαιο ως σχέση εκμετάλλευσης. Η ταξική συγκρότηση της οργάνωσης δεν είναι απλά οργανωτικός όρος κάθε επαναστατικού κινήματος (καθώς αυτομάτως αποκλείει οργανωτικά όποιων εκμεταλλεύεται ανθρώπινη εργασία), αλλά και δεσμευτικός όρος της ίδιας της δράσης. 

Ένα τέτοιο πρόγραμμα, τέλος, θα πρέπει να σημαίνει την πλήρη αντίθεση και πάλη απέναντι σε κάθε διακρατικό θεσμό οργάνωσης. Την προγραμματική στόχευση και πάλη ενάντια στον παγκόσμιο καπιταλισμό και τους διακρατικούς θεσμούς. Τη συντονισμένη διεθνιστική δράση και οργάνωση των καταπιεσμένων σε όλον τον κόσμο. Την πλήρη άρνηση του πολέμου και των θεσμών προετοιμασίας του σε όλα τα κράτη. Την αντίσταση σε κάθε σημείο του πλανήτη όπου διεξάγεται η αναμέτρηση μεταξύ καταπιεστών και καταπιεσμένων. Την άρνηση των κρατικών/εθνικών πολέμων και τη συντονισμένη πάλη για τη μετατροπή τους σε διεθνιστικούς ταξικούς.

Απέναντι στο αστικό ολοκληρωτικό κράτος και τους διακρατικούς θεσμούς που διαλύουν τις τοπικές ταυτότητες, τη σχέση με τη φύση, τη γλώσσα, την παράδοση, τη ζωντανή κοινωνική αλληλεπίδραση θα πρέπει να αντιπαραβάλει τη φυσική κοινότητα σε κάθε χώρο δουλειάς, γειτονιά, περιοχή, ως το φυσικό κύτταρο αντίστασης στην κεντροποιημένη δομή, ως το φυσικό κύτταρο αυτοκυβέρνησης της αυριανής απελευθερωμένης ανθρωπότητας.



Οι δρόμοι δεν υπάρχουν, λένε οι Ζαπατίστας, τους ανοίγουμε περπατώντας. Είναι οι δρόμοι που οφείλουμε να ανοίξουμε σήμερα όλοι μας. Τώρα που ο πολιτισμός τους σαπίζει, που οι ιδέες τους αποδεικνύονται κενές, και τα νοήματα που θεμελίωσαν την εξουσία τους καταρρέουν σαν χάρτινοι πύργοι είναι ο χρόνος για να μιλήσουμε και να πράξουμε. Είμαστε πεπεισμένοι, οι πράξεις τους μας το δείχνουν, πως ο κεφαλαιοκρατικός πολιτισμός θα προτιμήσει να καταστρέψει κάθε μορφή ζωής παρά να καταστραφεί ο ίδιος. Πρέπει λοιπόν να πράξουμε άμεσα, με την δίψα για ελευθερία των πρώτων αστών, να θεμελιώσουμε τη δική μας κοινωνία και τους δικούς μας θεσμούς. Με το πάθος των παλιών διαφωτιστών που θανάτωσαν το θεό και την αυθεντία του για να θεμελιώσουν τον νόμο πάνω στον ορθό λόγο και την επιστήμη, να αρχίσουμε έναν νέο διαφωτισμό, με στόχο να διαλύσουμε τα ψεύδη του καπιταλισμού, της αγοράς και της επιστήμης του.
Ξέρουμε πως δε μπορούμε να κάνουμε τίποτα μόνοι μας. Όπως ξέρουμε πως δεν έχουμε γι’ αυτό τίποτα πέρα από την ζωντανή μας επιθυμία. Αλλά πιστεύουμε ότι αυτή αρκεί για να  θεμελιώσει ένα κόσμο μέσα και πάνω στα συντρίμμια του παλιού. Δεν πιστεύουμε λοιπόν ούτε σε κόμματα, ούτε σε πρωτοπορίες, ούτε και σε ηγέτες ή σωτήρες. Πιστεύουμε μόνο στους ανθρώπους. Θέλουμε να βλέπουμε τους εαυτούς μας ως τμήμα ενός ζωντανού κινήματος και τίποτα παραπάνω. 

Σε αυτό το κίνημα, το κίνημα των ζωντανών επιθυμιών που θέλει να καταλύσει την εξουσία των νεκρών είναι που δίνουμε λόγο. Σε έναν κόσμου που γεννιέται κάθε στιγμή, όπως έλεγε ο Ντουρούτι, σε ενός κόσμου που γεννιέται και μεγαλώνει τώρα που μιλάμε...


No comments:

Post a Comment